
Επικοινωνήστε μαζί μας
Στων μελτεμιών τις ράχες ή αλλιώς πάνω στον αφρό των κυμάτων. Aρμύρα και θάλασσα, όνειρα και δίψα για ζωή. Είναι όμως έτσι η πραγματικότητα;
Όνειρα και δίψα για ζωή είχε κάποτε ο κεντρικός ήρωας Δημήτρης Σταυριανίδης, όμως τα πρέπει των "καθώς πρέπει" εξοστράκισαν τα θέλω του. Ο Δημήτρης γνωρίζει τη διαφορετικότητά του, αλλά εθελοτυφλεί. Διαλέγει να αντιμετωπίσει το δικό του Γολγοθά βγάζοντας προς τα έξω μια εικόνα ψεύτικη, κατά την άποψή του αρμοστή στα αντρικά πρότυπα που ορίζει η κοινωνία. Αυτό που τον σημάδεψε στην αρχή της εφηβείας του τον κατατρέχει, εκείνος όμως προσπαθεί για χρόνια να το αγνοήσει, πιστεύοντας ότι "έχει ξορκίσει το κακό". Αλλά όταν επιχειρείς να αγνοήσεις κάτι, χωρίς καν να το ερμηνεύσεις, αυτό σου χτυπάει πάντα την πόρτα μέχρι να είναι αργά για να κάνεις πίσω.
Ο άλλος του εαυτός είναι κάτι που του προξενεί απέχθεια και συνάμα τον βυθίζει σε μια ρέμπελη ζωή, κάνοντας βαθύτερα τα ρήγματα της μοναξιάς που συνταράζουν το οικοδόμημα της ύπαρξής του. Η σχέση του με τη δεσποτική μητέρα του τον φαρμακώνει ακόμη περισσότερο έως ότου διαλέξει πρώτα τη φυγή στο εξωτερικό για να πάρει απαντήσεις από τους επαΐοντες (απαντήσεις όμως που τον μπερδεύουν, τον εκνευρίζουν, τον κάνουν πιο αρνητικό) και μετά την απομόνωση. Η ζωή του είναι ένα συνεχές κατρακύλισμα σε ουσίες και οινοπνεύματα.
Και τότε, σαν από μηχανής θεός, θα εμφανιστεί Εκείνη. Μια γυναίκα που δείχνει ότι δε θα το βάλει στα πόδια, ένας άνθρωπος στον οποίο ο Δημήτρης θα αρχίσει να ξανοίγεται δειλά στην αρχή χρησιμοποιώντας στην αφήγηση της στιγματισμένης του ζωής το τρίτο πρόσωπο. Τι είναι αυτό που θα την κάνει να μείνει ή να φύγει, να αποδεχτεί ή να αφορίσει; Η πρώτη εικόνα της Μαρίνας από τον Δημήτρη είναι ότι έχει μπροστά της ...Έναν άνθρωπο τυλιγμένο ως τα μπούνια σε μια σαρκοφάγα μοναξιά, έναν άνθρωπο με σπασμένα τα φρένα της λογικής, χαμένο έλεγχο και τάσεις αυτοκαταστροφής διέκρινε η ψυχή της Μαρίνας...
Ο Δημήτρης θα της προτείνει ένα ταξίδι στων μελτεμιών τις ράχες και αυτή θα μείνει δίπλα του, όμως ...κακά τα ψέματα... μόλις διαπιστώνει πως άλλο να αναφέρεις ακαδημαϊκά, ή έστω να αντιμετωπίζεις ένα γεγονός από μακριά, κι άλλο να το ζεις και να το βιώνεις εσύ ο ίδιος.
Η Μαρίνα ακούει την εξομολόγηση του Δημήτρη που αναρωτιέται αν γεννιέται κανείς ή γίνεται. Δεν έχει να του απαντήσει, δεν ξέρει ούτε η ίδια, θέλει να βοηθήσει και γίνεται η εξομολογήτρια και ταυτόχρονα η ψυχοθεραπεύτριά του. Αρκεί μόνο αυτό; Όταν η υπομονή και η επιμονή δεν αρκούν να σπάσουν τις εμμονές, πόσο αντέχει μια σχέση; Πόσο μάλλον μια σχέση με ιδιαιτερότητες; Και το τέλος; Θα γίνει μια καινούργια αρχή ή θα είναι όντως η προδιαγεγραμμένη στο μυαλό του ήρωα πορεία;
Η Ρίκη Ματαλλιωτάκη δε χαρίζεται σε κανέναν. Ντόμπρα ξεμπροστιάζει τις αδυναμίες του ήρωά της αλλά και των πέριξ αυτού καυτηριάζοντας το στιγματισμό. Φταίχτες είναι οι κοινωνοί μας, ο περίγυρος που δεν αποδέχεται ότι το διαφορετικό δεν είναι διαστροφή, η αντιμετώπιση με ψεύτικη επιείκεια ή ο ίδιος μας ο εαυτός-δυνάστης;
Διαλέγοντας την απλή ανθρώπινη γλώσσα η συγγραφέας δεν κομπορρημονεί. Καταφέρνει με ειλικρίνεια και ευαισθησία να καταθέσει το δράμα μιας διαφορετικότητας σε μια κοινωνία που τουλάχιστον στα χαρτιά θέλει να λέγεται προοδευτική.
Τίτλος βιβλίου: | Στων μελτεμιών τις ράχες | ||
---|---|---|---|
Εκδότης: | Δωρικός | ||
Συντελεστές βιβλίου: | Ματαλλιωτάκη Ρίκη (Συγγραφέας) | ||
ISBN: | 9789602794630 | Εξώφυλλο βιβλίου: | Μαλακό |
Στοιχεία έκδοσης: | Μάρτιος 2010 | ||
Κατηγορίες: | Λογοτεχνία > Ελληνική Λογοτεχνία > Σύγχρονη Ελληνική Λογοτεχνία |
Λασκαράτος, Ανδρέας, 1811-1901
Ανδρέας Λασκαράτος (1811-1901). Ο Ανδρέας Τυπάλδος Λασκαράτος γεννήθηκε το 1811 στην Κεφαλονιά. Η οικογένειά του ανήκε στις παλιές αριστοκρατικές οικογένειες της Επτανήσου. Ο πατέρας του Γεράσιμος καταγόταν από τη Νάπολη και διέθετε μεγάλη περιουσία και πολιτική δύναμη. Πρώτοι δάσκαλοι του Ανδρέα ήταν οι Ευγένιος Διογένης και Σπυρίδων Τρέκας. Σε ηλικία δώδεκα ετών έφυγε για το Αργοστόλι, όπου έμεινε στο σπίτι του θείου του κόντε Δελλαδετσίνα. Εκεί διδάχτηκε την ιταλική και την αρχαία ελληνική γλώσσα από τους Ιάκωβο Βαπτιστή Μπαρτολότσι και το Νεόφυτο Βάμβα αντίστοιχα. Στο Αργοστόλι γνώρισε επίσης το λόρδο Μπάυρον. Εν συνεχεία φοίτησε στη Σχολή του Κάστρου και το 1828 πήγε στην Κέρκυρα όπου μυήθηκε στην ιταλική σάτιρα και λογοτεχνία από το Βιτσέντζο Νανούντσι, ποιητή του Κύκλου του Σολωμού και θιασώτη της απλής γλώσσας. Εκεί γνωρίστηκε επίσης με τον Ανδρέα Κάλβο, του οποίου υπήρξε μαθητής, καθώς και με το Βηλαρά. Καθοριστική ωστόσο στάθηκε η γνωριμία του με το Σολωμό, στον οποίο ο Λασκαράτος υπέβαλε ποιήματα και μεταφράσεις και από τον οποίο ενθαρρύνθηκε να συνεχίσει να γράφει. Σπούδασε νομικά στην Ιόνιο Ακαδημία και εργάστηκε ως βοηθός στη Γραμματεία της Ιονίου Γερουσίας και στο Ειρηνοδικείο Κεφαλληνίας. Το 1836 έφυγε για το Παρίσι, όπου έμεινε ως το 1839, οπότε πήγε στην Πίζα. Εκεί πήρε το δίπλωμα του δικηγόρου, ήρθε σε επαφή με τις φιλελεύθερες ιδέες της εποχής και έγραψε τα πρώτα του ποιήματα. Επέστρεψε στην Κεφαλονιά σε ηλικία 30 ετών και διορίστηκε Πρόεδρος Δικαστής στο Ληξούρι, θέση από την οποία σύντομα παραιτήθηκε. Το 1844 πέθανε ο πατέρας του και ο Ανδρέας ανέλαβε τη διαχείριση της περιουσίας του. Την ίδια περίοδο (1845) ταξίδεψε στην Κρήτη για να γνωρίσει τον λαϊκό πολιτισμό της, επέστρεψε όμως απογοητευμένος, καθώς μπόρεσε να συγκεντρώσει μόνο λίγα τραγούδια , τα οποία δημοσίευσε στο οικογενειακό περιοδικό Λύχνος, το οποίο εξέδωσε το 1859 και ως το 1868, οπότε και έκλεισε, έβγαλε μόνο 49 φύλλα. Στο δρόμο για την Κρήτη πέρασε από την Αθήνα, όπου τύπωσε το έργο του Το Ληξούρι εις του 1836, μίμηση του ποιήματος του Αl. Tassoni La sechia rapitia. Από την Κρήτη επέστρεψε στην Κεφαλονιά και παντρεύτηκε την Πηνελόπη Καργιαλένια, κόρη μεγαλεμπόρου καταγόμενη από το Λιβόρνο, η οποία στάθηκε πιστή σύντροφος και συμπαραστάτιδά του. Το 1850 πήρε μέρος στις εκλογές της Θ΄ Βουλής ως αντίπαλος του κόμματος των φιλελευθέρων, απέτυχε ωστόσο και έφυγε με την οικογένειά του για το Αργοστόλι. Το 1856 δημοσίευσε το έργο Μυστήρια της Κεφαλλονιάς, ήτοι σκέψεις απάνω στην οικογένεια, στη θρησκεία και στην πολιτική, το οποίο κίνησε αντιδράσεις, οδήγησε στον αφορισμό του και έθεσε σε κίνδυνο τη ζωή του. Έφυγε για τη Ζάκυνθο, αντιμετώπισε ξανά δυσκολίες και κατέφυγε τελικά μόνος στο Λονδίνο. Εκεί διεύρυνε τις γνώσεις του και έγραψε την Απόκριση στον αφορισμό, έργο που εκδόθηκε δώδεκα χρόνια αργότερα. Η αλληλογραφία του με τη σύζυγό του είναι ενδεικτική για την ψυχολογική του κατάσταση εκείνη την περίοδο. Αντιμετώπισε και νέες αντιδράσεις, συνέχισε ωστόσο να τυπώνει έργα του από την Αθήνα, την Κεφαλονιά, τη Ζάκυνθο και την Κέρκυρα, ώσπου κατηγορήθηκε για συκοφαντία του ιδεολογικού του αντιπάλου και μέλους της επίσημης εκκλησίας Λομβάρδου και φυλακίστηκε για τέσσερις μήνες. Νέες αντιδράσεις προκάλεσε το ποίημά του Νανάρισμα για τον τότε διάδοχο του θρόνου. Το περιοδικό του Λύχνος έκλεισε και ο ίδιος κινδύνεψε ξανά να φυλακιστεί, γλίτωσε όμως κατόπιν επιστολής του στο Βασιλιά. Το 1864 δημοσίευσε μια Στιχουργική της γραικικής γλώσσας, μετέφρασε δύο βίους αγίων από τα αγγλικά και μετά τον μεγάλο σεισμό του 1867 έγραψε το Ιστορικό των σεισμών. Την έκδοση της Απόκρισης στον Αφορισμό, ακολούθησε νέα δίκη, αυτή τη φορά όμως ο Λασκαράτος αθωώθηκε. Αμέσως μετά δημοσίευσε το έργο Η δίκη μου με τη Σύνοδο. Λόγω οικονομικών δυσκολιών επιχείρησε να ιδρύσει ένα ιδιωτικό Παρθεναγωγείο σε συνεργασία με τη σύζυγό του, προσπάθεια που απέτυχε. Το 1872 εκδόθηκαν τα Στιχουργήματα και από το 1873 ως το 1876 σειρά φυλλαδίων με τίτλο Η κοινωνική μας κατάσταση. Την περίοδο εκείνη ήταν ήδη γνωστός στο χώρο του ελεύθερου ελληνικού κράτους και στον κύκλο του Παλαμά. Το 1873 ανακηρύχτηκε επίτιμο μέλος του συλλόγου Βύρων και το 1877 του Παρνασσού. Το 1878 έγραψε το δοκίμιο Η τέχνη του δημηγορείν και του συγγράφειν και το 1879 το Ιδού ο άνθρωπος , το οποίο εξέδωσε το 1886 μαζί με μια συλλογή από χαρακτήρες στα πρότυπα του Θεόφραστου και του La Bruyere. Το 1884 δημοσίευσε το φυλλάδιο Περί γλώσσης και το 1889 το Γλώσσα. Τα τελευταία χρόνια της ζωής του συμπλήρωσε το έργο Ήθη, έθιμα και δοξασίες της Κεφαλονιάς που δημοσιεύτηκε μετά το θάνατό του και συνέχισε να γράφει ποιήματα, λυρικά και σατιρικά. Στα 1894 - 1896 επιχείρησε μια επανέκδοση του Λύχνου. Λίγο πριν το θάνατό του με εισήγηση του νέου Δεσπότη Κεφαλληνίας Γερ.Δοριζα άρθηκε ο αφορισμός του. Πέθανε το 1901 στο Αργοστόλι. Στο έργο του Λασκαράτου κυριαρχεί πνεύμα φιλελεύθερο, κριτικό, δηκτικό και το ύφος του συχνά γίνεται έντονα καυστικό. Συνεπής στους λόγους και τα έργα του διώχτηκε για την ελευθεροστομία του, δεν έχασε ποτέ όμως τη μαχητικότητά του. Οι ιστορικοί της λογοτεχνίας τον χαρακτήρισαν ως τον κυριότερο σύνδεσμο ανάμεσα στην Επτανησιακή και την Α΄ Αθηναϊκή Σχολή. Για περισσότερα βιογραφικά στοιχεία του Ανδρέα Λασκαράτου βλ. Άγρας Τέλλος, «Λασκαράτος Ανδρέας», Μεγάλη Ελληνική Εγκυκλοπαίδεια. Αθήνα, Πυρσός, 1931, Αλισανδράτος Γ.Γ., «Ανδρέας Λασκαράτος», Η παλαιότερη πεζογραφική μας παράδοση· Από τις αρχές της ως τον πρώτο παγκόσμιο πόλεμο Ε΄· 1830-1880, σ.278-303. Αθήνα, Σοκόλης, 1996, Κωστίου Κατερίνα, «Λασκαράτος Ανδρέας», Παγκόσμιο Βιογραφικό Λεξικό 5. Αθήνα, Εκδοτική Αθηνών, 1986, Παπαγεωργίου Αλέκος Γ., «Λασκαράτος - Τυπάλδος Ανδρέας», Μεγάλη Εγκυκλοπαίδεια της Νεοελληνικής Λογοτεχνίας 9. Αθήνα, Χάρη Πάτση, χ.χ. και Παπαγεωργίου Αλέκος Γ., «Σύντομο χρονολογικό διάγραμμα της ζωής του Α.Λασκαράτου», Νέα Εστία 70, ετ.ΛΕ΄, Χριστούγεννα 1971, αρ.827, σ.134-139.
(Πηγή: Αρχείο Ελλήνων Λογοτεχνών, Ε.ΚΕ.ΒΙ.).
- Τα μυστήρια της Κεφαλονιάς (2021)
- Ιδού ο άνθρωπος (2019)
- Αυτοβιογραφία (2016)
- Δημοτικά τραγουδάκια εθνικά μαζευμένα από τους τραγουδιστάδες εις το Ληξούρι (2016)
- Το δικό μας Πάσχα (2016)
- Reflections (2015)
- Ποιήματα ανέκδοτα (2011)
- Ιστορία ενός γαϊδάρου (2009)
- Λαός και λαοπλάνοι (2009)
- Στοχασμοί (2007)
- Τα μυστήρια της Κεφαλλονιάς (2007)
- Ιδού ο άνθρωπος (2005)
- Ιδού ο άνθρωπος (2002)
- Όταν ήμουν δάσκαλος. Ιδού ο άνθρωπος (1998)
- Γιατί τα τάλαρα τα λένε τάλαρα (1997)
- Αυτοβιογραφία. Τα μυστήρια της Κεφαλλονιάς (1992)
- Ποιήματα (1981)
- Άπαντα (1959)
- Άπαντα (1959)
- Άπαντα (1959)
- Ιδού ο άνθρωπος ()
- Ιδού ο άνθρωπος ()