Προς το τέλος
Συλλογή διηγημάτων της γιατρού Μηλέβας Αναστασιάδου, μιας από τις τρεις νικήτριες του Διαγωνισμού Συγγραφής Διηγήματος 2013, των Εκδόσεων Πανέκτυπον.
Πρόκειται για μία εξαιρετικά ενδιαφέρουσα συλλογή στην οποία αποκαλύπτεται σταδιακά το "μυστήριο" της αιωνιότητας. Η γιατρός Μηλέβα Αναστασιάδου, εμπνεόμενη από διάφορα περιστατικά ασθενών της και με την αγάπη και την ευαισθησία της γιατρού που ενδιαφέρεται για την ψυχοσωματική ολότητα του ανθρώπου, ζωγραφίζει από τη δική της οπτική γωνία τον άνθρωπο που είτε πάσχει και αγωνίζεται ενάντια σε κάθε "τέλος" που δεν επιλέγει ο ίδιος είτε πορεύεται με πνεύμα αυτοθυσίας και καρδιά αγαπώσα προς αυτό.
Στο πρώτο διήγημα με τίτλο "Ίλιγγος", το πρόβλημα της μεταβλητότητας και της φθοράς εξετάζεται στο επίπεδο της ερωτικής σχέσης των ηρώων. Ο ίλιγγος, που εμφανίζεται ξαφνικά στην γυναίκα, αλλά εγκαθίσταται μόνιμα, γίνεται ο καταλύτης της σχέσης τους, οδηγώντας στην ανατροπή της ζωή τους.
Στο πεδίο του φανταστικού, που αγγίζει τα όρια του παραλόγου, κινείται το δεύτερο διήγημα με τίτλο "Νέμεσις" και υπότιτλο "το τέλος που αξίζεις". Η σχέση τριών νέων ανθρώπων διαταράσσεται αμετάκλητα. Ο αφηγητής, διπλά πληγωμένος από την εγκατάλειψη της φίλης του, που έφυγε με τον καλύτερό του φίλο, παραδίδεται στην απογοήτευση και την κατάθλιψη. Η επιθυμία να αποδοθεί δικαιοσύνη κυριαρχεί στην ψυχή του και παίρνει την μορφή φαντασιώσεων.
Στο τρίτο διήγημα, τη "χρονιά της παπαρούνας", η έννοια του τέλους εξετάζεται στη σχέση του ανθρώπου με τον φυσικό κόσμο και το σύμπαν. Ο άνθρωπος σπαράσσεται από υπαρξιακή αγωνία και συνειδητοποιεί το κενό και αδιέξοδο.
Στο τελευταίο διήγημα με τίτλο "Προς το τέλος", η υπόθεση ξεκινά να διαδραματίζεται στον εσωτερικό χώρο ενός νοσοκομείου, όπου η γιατρός-αφηγητής γίνεται μάρτυρας του επικείμενου τέλους του παιδικού φίλου του αδελφού της. Ο κεντρικός ήρωας, ο Παύλος, αντιλαμβάνεται την κατάστασή του και αποφασίζει να βιώσει το τέλος του, με μόνο συνοδοιπόρο σ' αυτή τη διαδρομή την γιατρό-αφηγητή. Με καθαρή ματιά, προσπαθεί να αντικειμενικοποιήσει την προσωπική του περίπτωση και καταλήγει στο συμπέρασμα πως η ανθρώπινη ύπαρξη και κατά συνέπεια και η δική του προσωπική ιστορία καθορίζεται από μία αναγκαιότητα, ασύλληπτη από τον άνθρωπο, που εξυπηρετεί τη ζωή στην ευρεία της έννοια. Με το τέλος του εγώ και της συνειδητότητας, η ζωή δεν χάνεται, ούτε χάνει τη σημασία της, αλλά ανανεώνεται και παράγει νέο πλούτο.

Nikolaj Velimirovic, Sveti, 1881-1956
Ο Νικόλαος Βελιμίροβιτς (1881-1956) υπήρξε Επίσκοπος της Ορθόδοξης Σερβικής Εκκλησίας και θεολόγος με οικουμενικό κύρος και ακτινοβολία. Γεννήθηκε στο μικρό χωριό Λέλιτς της δυτικής Σερβίας στις 23 Δεκεμβρίου του 1880 (με το παλαιό ημερολόγιο -Ιανουάριο του 1881 με το καινούργιο). Παρακολούθησε το Ορθόδοξο Σεμινάριο του Αγίου Σάββα στο Βελιγράδι απ' όπου και αποφοίτησε το 1902. Κατά το 28ο έτος της ηλικίας του αναγορεύθηκε διδάκτωρ Θεολογίας του Πανεπιστημίου της Βέρνης. Το 1909 αναγορεύθηκε διδάκτωρ Φιλοσοφίας του Πανεπιστημίου της Γενεύης και την ίδια χρονιά χειροτονήθηκε μοναχός. Το 1919 εξελέγη επίσκοπος Ζίτσας και το 1920 μετετέθη στην επισκοπή της Αχρίδας, όπου διακόνησε μέχρι το 1934 που επέστρεψε στη Ζίτσα. Το 1941 οι Γερμανοί εισέβαλαν στο μοναστήρι της Ζίτσα, συνέλαβαν τον Επίσκοπο Νικόλαο και τον περιόρισαν έγκλειστο στο μοναστήρι της Λιουμποστίνια. Αργότερα, τον μετέφεραν στο μοναστήρι Βοϊλόβιτσα, όπου κρατούνταν και ο Πατριάρχης Γαβριήλ Ντόζιτς, και στη συνέχεια τον έστειλαν μαζί με τον Πατριάρχη στο στρατόπεδο συγκέντρωσης του Νταχάου όπου υπέστη κακουχίες και βασανιστήρια. Μετά τον πόλεμο δεν επέστρεψε στην ήδη κομμουνιστική Γιουγκοσλαβία και κατέφυγε στις Η.Π.Α., όπου δίδαξε σε διάφορες Ορθόδοξες Χριστιανικές Πανεπιστημιακές Σχολές και Σεμινάρια. Πέθανε τον Μάρτιο του 1956. Τα λείψανά του από την Αμερική μεταφέρθηκαν στο Λέλιτς στη Σερβία το 1991. Το Μάιο του 2003, η Ιερά Σύνοδος της Ορθόδοξης Εκκλησίας της Σερβίας τον διεκηρυξε Άγιο και τον ενέταξε στο Αγιολόγιό της στις 18 Μαρτίου (Κοίμηση) και στις 3 Μαΐου (Μεταφορά λειψάνων).