Πλωτή πατρίδα
Η πλωτή πατρίδα ταξιδεύει με καπετάνιο το μπαρμπαγιάννη Σιταρά από τη Χίο. Ένα καφενείο στο κέντρο της Αθήνας λίγο πιο κάτω από τη Βουλή, γίνεται η καμπίνα του καπετάνιου που αέναα ταξιδεύει ακόμα και με κλειστά τα μάτια σε όλη την οικουμένη, έχοντας στο πλάι του τον Φώντα. Βάζει σε παραπάνω κίνδυνο τη ζωή του για να αισθάνεται ασφαλής. Είδαν πολλά τα μάτια του κι έζησε στην Αμερική, το θάνατο του παιδιού του και στην Αθήνα την αυτοκτονία της γυναίκας του. Ως απόμαχος ζει με τα λόγια του και παρακολουθεί ότι γίνεται γύρω του με αργά βήματα χωρίς να επιτρέπει στον εαυτό του να απογοητευτεί με όλα αυτά που συμβαίνουν και δεν συμβαίνουν. Είναι η περίοδος που κάηκε η Marfin και ο Απόλλωνας, είναι οι διαδηλώσεις, οι φωτιές, οι βόμβες κρότου και τα καπνογόνα- χημικά, είναι που στο Σύνταγμα φωνάζουν "Να καεί / να καεί / το μπουρδέλο η Βουλή". Είναι που η Ευτυχία βιώνει το χωρισμό της με τον Μέλιο και τον άλλο του εαυτό.
Είναι η πλωτή πατρίδα θαλασσινό και στεργιανό μυθιστόρημα. Ο έρωτας παίρνει δύναμη από την αδυναμία για να μη χάσει ο άνθρωπος τις ιδιότητές του, σε ένα κόσμο που κατακερματίζεται μέσα στην αποξένωσή του. Με αφετηρία τα τρέχοντα διατρέχοντα της ζωής η πλωτή πατρίδα ξανοίγεται στην ιστορία με κατάρτι και όπλο τη μνήμη, που αντιστέκεται στα κύματα, στη φθορά του χρόνου και σε κάθε μορφή εξουσίας.
Ένα μυθιστόρημα μετά την "Αγία Μνήμη" που υπερασπίζεται την πατρίδα, μη βουλιάξει στα απόνερά της και τον άνθρωπο μη χάσει τον εαυτό του και το όνομά του και γίνει αριθμός.

Κυρτζάκη, Μαρία, 1948-2016
Η Μαρία Κυρτζάκη, από τις σημαντικότερες ποιητικές φωνές της γενιάς του 1970, γεννήθηκε στην Kαβάλα το 1948. Σπούδασε φιλολογία στο Αριστοτέλειο Θεσσαλονίκης (1966-1971) και το 1973 εγκαταστάθηκε στην Αθήνα. Για λίγο εργάστηκε στη Μέση Εκπαίδευση και με τη μεταπολίτευση εντάχθηκε στο τμήμα ραδιοφωνικών παραγωγών της ΕΡΑ. Κεντρικό θέμα των παραγωγών της ήταν η χρήση και η λειτουργία της γλώσσας στον ποιητικό και στον δραματουργικό λόγο, θέματα που επίσης δίδαξε στη Σχολή Θεάτρου "Εμπρός" και ήταν άλλωστε απολύτως σχετικά με την ίδια την ποίησή της. Στη λογοτεχνία εμφανίστηκε πρώιμα, το 1996, με τα ποιήματά της "Σιωπηλές κραυγές". Ακολούθησαν τα βιβλία της ποιητικού μόχθου, λόγω της επίμονης και επίπονης διαδικασίας της προετοιμασίας τους, "Οι λέξεις" (1973), "Ο κύκλος" (1976), "Η γυναίκα με το κοπάδι" (1982), "Περίληψη για τη νύχτα" (1986), "Ημέρια νύχτα" (1989), "Σχιστή οδός" (1992), "Μαύρη θάλασσα" (2000), "Λιγοστό και να χάνεται" (2002), "Στη μέση της ασφάλτου" (2005) όπου συγκέντρωσε την ποιητική της διαδρομή από το 1973 ως το 2002. Το μονολογικό της κείμενο "Τυφώ" παραστάθηκε το 1996 από το Απλό Θέατρο. Το 2003 τιμήθηκε με το βραβείο Σωτηρίου Ματράγκα της Ακαδημίας Αθηνών.
Έφυγε από τη ζωή τα ξημερώματα της 21ης Ιανουαρίου 2016 στην Αθήνα, έπειτα από σύντομη μάχη με τον καρκίνο, σε ηλικία 68 ετών.