Η αμφίεση
Το βιβλίο συγκεντρώνει πορτρέτα της περιόδου 1860-1940, από οικογενειακά κυρίως αρχεία, τα οποία έχουν τραβηχτεί σε φωτογραφικό στούντιο. Στις φωτογραφίες αυτές, καθώς προορίζονται για ενθύμια, δίνεται ιδιαίτερη μέριμνα στην αμφίεση και κατά συνέπεια επιστρατεύονται τα πιο καλά, κομψά ή επίσημα ρούχα που διαθέτει ο εικονιζόμενος. Η πρωτοτυπία του βιβλίου έγκειται στην αντιπαραβολή των ενδυμασιών αυτών με τις μεταμφιέσεις των ίδιων προσώπων, συνήθως επ’ ευκαιρία κάποιας γιορτής ή αποκριάτικου χορού. Στις πιο πρώιμες φωτογραφίες εικονίζονται κυρίες επί των τιμών της βασίλισσας Αμαλίας και άλλες επώνυμες γυναίκες της άρχουσας τάξης στο νεοσύστατο ελληνικό κράτος. Στις μεταγενέστερες φωτογραφίες εμφανίζονται γόνοι επιφανών οικογενειών, όπως της οικογένειας Κριεζή, Έλληνες της διασποράς, όπως οι Καραθεοδωρή, αλλά και ευειδείς γνωστές Αθηναίες, όπως αυτές που το 1910 συμμετείχαν στην "εκτέλεσιν πλαστικών πινάκων" στο Βασιλικό Θέατρο για φιλανθρωπικό σκοπό. Οι μεταμφιέσεις πολύ συχνά συνδέονται με την καλλιτεχνική επικαιρότητα και τις έξωθεν επιρροές της εκάστοτε περιόδου, εικονογραφώντας κατ’ αυτό τον τρόπο τα γραπτά ιστορικά τεκμήρια.
Στην εισαγωγή της, η Αφροδίτη Κούρια παρατηρεί επιπλέον: "Οι φωτογραφίες που δημοσιεύονται σε τούτη την έκδοση με θεματικό άξονα τη μεταμφίεση εμπλουτίζουν τη γνώση μας για την ελληνική υψηλή κοινωνία και τα ήθη της στο δεύτερο μισό του 19ου αιώνα και στις πρώτες δεκαετίες του 20ού -ένα τοπίο θολό, υποφωτισμένο σε διάφορα επίπεδα. Αυτά τα οπτικά ντοκουμέντα μας ανοίγουν ένα μικρό παράθυρο σ’ αυτό τον κόσμο, ο οποίος εν πολλοίς παραμένει απροσπέλαστος στη διεπιστημονική έρευνα, κυρίως εξαιτίας της έλλειψης ιδιωτικών / οικογενειακών αρχείων ή των προβλημάτων πρόσβασης σε όσα υπάρχουν".

Ανδρόνικος, Μανόλης
Ο Mανόλης Aνδρόνικος, Έλληνας Αρχαιολόγος, γεννήθηκε στην Προύσα τον Οκτώβριο του 1919. Αργότερα με την οικογένειά του εγκαταστάθηκε στην Θεσσαλονίκη.
Σπούδασε στη Φιλοσοφική Σχολή του Πανεπιστημίου Aθηνών. Αργότερα έγινε καθηγητής Kλασικής Aρχαιολογίας στο Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης το 1952. Συμπλήρωσε τις σπουδές του στην Οξφόρδη με τον Sir John D. Beazley (1954-1955). Υπηρέτησε στην Αρχαιολογική Υπηρεσία. Το 1957 εξελέγη υφηγητής της Αρχαιολογίας (Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης), το 1961 έκτακτος καθηγητής της Β' έδρας Αρχαιολογίας και το 1964 τακτικός καθηγητής στην ίδια έδρα.
Ήταν παντρεμένος με την Ολυμπία Kακουλίδου. Αγαπούσε ιδιαίτερα τις τέχνες και τα γράμματα. Διάβαζε πολύ και υπήρξε ιδρυτικό μέλος του σύλλογου «Η τέχνη».
Πραγματοποίησε πολλές ανασκαφικές έρευνες στην Βέροια, την Νάουσα, το Κιλκίς, την Χαλκιδική, τη Θεσσαλονίκη αλλά το κύριο ανασκαφικό του έργο συγκεντρώθηκε στην Βεργίνα, όπου ανέσκαψε το σημαντικότατο νεκροταφείο τύμβων των γεωμετρικών χρόνων και συνέχισε σε συνεργασία με τον Γ. Μπακαλάκη την ανασκαφή του ελληνιστικού ανακτόρου που είχε αρχίσει το 1937 ο Κ. Α. Ρωμαίος. Η κορυφαία στιγμή της καριέρας του θεωρείται η 8η Νοεμβρίου 1977, όταν στην Βεργίνα έφερε στο φως ένα από τα σημαντικότερα αρχαιολογικά μνημεία, τον βασιλικό τάφο του Φιλίππου του Β' βασιλιά της Μακεδονίας. Ο τάφος ήταν ασύλλητος με ανεκτίμητα ευρήματα. Αυτή ήταν και μία από τις μεγάλες αρχαιολογικές ανακαλύψεις του 20ου αιώνα σε παγκόσμιο επίπεδο. Ο Μανόλης Ανδρόνικος πέθανε στις 30 Μαρτίου 1992.