Βυζαντινή φεουδαρχία
Το επιστημονικό πρόβλημα αν πράγματι διαμορφώθηκαν οι κατάλληλες συνθήκες για δημιουργία φεουδαρχικού συστήματος από τα τέλη της μεσοβυζαντινής και κατά την διάρκεια της υστεροβυζαντινής εποχής (11ος ως 15ος αιώνες), έχει μετεξελιχθεί σε πραγματικό «αγκάθι» στην διεθνή βιβλιογραφία. Η παρούσα συμβολή επιχειρεί να αποτελέσει έναν συνοπτικό «οδηγό» παράθεσης των διαφόρων απόψεων γύρω από ένα από τα πιο «βασανιστικά» ζητήματα της βυζαντινολογίας, που ακόμα και στις ημέρες μας παρουσιάζει ποικίλες, συχνά αποκλίνουσες, απόψεις και ερμηνείες, παρέχοντας μια κατά το δυνατόν λεπτομερή περί του θέματος βιβλιογραφία (ιδίως εκείνη των τελευταίων δεκαετιών). Ιδιαίτερη έμφαση δίνεται εδώ στην εξέλιξη του συναφέστερου και του συχνότερα απαντώμενου στις πηγές (σε σχέση με την βυζαντινή Φεουδαρχία) κοινωνικο-οικονομικού θεσμού, εκείνου της Πρόνοιας. Η τελευταία συχνά, αλλά όχι πάντοτε ορθώς, συγκρίνεται με ανάλογους ή παραπλήσιους θεσμούς που ίσχυαν στην μεσαιωνική δυτική Ευρώπη, με την οποία κυρίως είναι ταυτισμένη η έννοια της Φεουδαρχίας, ενώ, από την άλλη, προβάλλει ως καίριος ο ρόλος της ως προάγγελου του θεσμού των τιμαρίων την εποχή της οθωμανικής κατάκτησης του Βυζαντίου τον 15ο αιώνα, αλλά και αργότερα.
Παράλληλα, σε ειδικές ενότητες του βιβλίου παρέχονται στοιχεία και βιβλιογραφικές ενδείξεις αφενός για την δυτικοευρωπαϊκή Φεουδαρχία και αφετέρου για την «μεταφερθείσα» Φεουδαρχία (ως βασικού δυτικού κοινωνικο-οικονομικού θεσμού) στις μετά το 1204 λατινοκρατούμενες περιοχές του ελλαδικού χερσαίου και νησιωτικού χώρου από τους σταυροφόρους κατακτητές, αλλά και αντίστοιχα στην λατινοκρατούμενη μετά το 1191/1192 Κύπρο, που έκτοτε «αποκόβεται» από τον κορμό της βυζαντινής/ελληνικής ιστορίας για πολλούς αιώνες. Επίσης, σε ένα ειδικό κεφάλαιο-excursus, η βυζαντινή Φεουδαρχία συνδέεται με τα βυζαντινά εραλδικά σύμβολα καθώς και με το ιδιότυπο υστεροβυζαντινό ημιαυτόνομο κρατίδιο της Θεσσαλίας. Τέλος, παρέχεται ευρεία επιλογή από τις απόψεις και τους ορισμούς επιφανών μελετητών όχι μόνον όσον αφορά στο ζήτημα της βυζαντινής Φεουδαρχίας, αλλά και στο ευρύτερο κεφάλαιο της Φεουδαρχίας στον δυτικοευρωπαϊκό κόσμο, ενώ ιδιαίτερος λόγος γίνεται και για τις σχέσεις και επιδράσεις/αλληλεπιδράσεις συναφών θεσμών μεταξύ του Βυζαντίου και του μουσουλμανικού προ-οθωμανικού και οθωμανικού κόσμου.
Τίτλος βιβλίου: | Βυζαντινή φεουδαρχία |
---|
Υπότιτλος βιβλίου: | Μια βιβλιογραφική επισκόπηση για το ζήτημα και για τον θεσμό της πρόνοιας |
---|
Εκδότης: | Εκδόσεις Παπαζήση |
---|
Συντελεστές βιβλίου: | Σαββίδης Αλέξης Γ. Κ. (Συγγραφέας)
|
ISBN: | 9789600241013 | Εξώφυλλο βιβλίου: | Μαλακό |
---|
Σειρά εκδότη: | Ιστορία και Πολιτισμός στις Εκδόσεις Παπαζήση | Σελίδες: | 188 |
---|
Στοιχεία έκδοσης: | Σεπτέμβριος 2023 | Διαστάσεις: | 21x14 |
---|
Κατηγορίες: | Ιστορία > Ρωμαική, Βυζαντινή και Οθωμανική Αυτοκρατορία |

Γούδης, Χρίστος Δ.
Ο Χρίστος Γούδης γεννήθηκε στον Πειραιά το 1947. Είναι καθηγητής του Πανεπιστημίου Πατρών από το 1981 όπου υπηρετεί μέχρι σήμερα, ενώ παράλληλα από το 2001 είναι διευθυντής του Ινστιτούτου Αστρονομίας και Αστροφυσικής του Εθνικού Αστεροσκοπείου Αθηνών και, από το 2003, αντιπρόεδρος του Δ.Σ. του Εθνικού Αστεροσκοπείου Αθηνών. Είναι επίσης υπεύθυνος για το μεγάλο έργο της λειτουργίας του νέου ελληνικού τηλεσκοπίου "Αρίσταρχος".
Διετέλεσε πρόεδρος του Τμήματος Φυσικής του Πανεπιστημίου Πατρών κατά τις διετίες 1985-1987 και 1987-1989 και διευθυντής του Τομέα Θεωρητικής και Μαθηματικής Φυσικής, Αστρονομίας και Αστροφυσικής τα ακαδημαϊκά έτη 1999-2000 και 2000-2001. Υπήρξε ιδρυτής και διευθυντής σπουδών του Ελεύθερου Δημοτικού Πανεπιστημίου (ΕΛ.ΔΗ.ΠΑ) του Πειραιά, επί δημαρχίας Ανδρέα Ανδριανόπουλου (1987-1989) και ιδρυτής και διευθυντής του Γραφείου Επικοινωνίας του Δήμου Πατρέων, επί δημαρχίας Ευάγγελου Φλωράτου (1999-2000). Ήταν επίσης μέλος του Δ.Σ. του Δημοτικού Περιφερειακού Θεάτρου (ΔΗ.ΠΕ.ΘΕ.) Πάτρας (1999 - 2002).
Γνωρίζει επτά ξένες γλώσσες (Αγγλικά, Γερμανικά, Ισπανικά, Ρωσικά, Γαλλικά, Ιταλικά και Πορτογαλικά) και έχει δημοσιεύσει εκτενές μεταφραστικό και πρωτότυπο ποιητικό έργο.
Συνέβαλε, από το 1982 και μετά, στην διαμόρφωση της ιδεολογίας και της πολιτικής φιλοσοφίας της ευρύτερης φιλελεύθερης, εθνικής, και ελευθεριακής Δεξιάς, αλλά και της πολιτικής της στην Έρευνα, την Παιδεία και τον Πολιτισμό, μέσα από τις δραστηριότητές του σε όλα τα think tanks της παράταξης, στο Κ.Π.Ε.Ε. (Κέντρο Πολιτικής Έρευνας και Επιμόρφωσης), την ΚΙ.Π.Α.Ε.Α. (Κίνηση για τον Πολυμερή Αφοπλισμό, την Ελευθερία και την Ασφάλεια της Ευρώπης), την Ε.Μ.ΠΡΟ.Σ. (Εταιρεία Μελέτης Προβλημάτων Συλλογικών), το Ι.ΠΟ.ΜΕ. (Ινστιτούτο Πολιτικών Μελετών), το "Φιλελέυθερο Φόρουμ", το ΚΕ.ΜΕ.Π.Ε. (Κέντρο Μελέτης Προβλημάτων του Ελληνισμού), τη θέση του ως υπεύθυνου ιδεολογίας και πολιτικής στο Ι.Δ.Κ.Κ. (Ινστιτούτο Δημοκρατίας "Κωνσταντίνος Καραμανλής") αλλά και τη συνεχή συμμετοχή του σε πολλές επιτροπές της ΝΔ για την Έρευνα και την Παιδεία. Παρά την ενεργό συμμετοχή του στα δρώμενα της ευρύτερης παράταξης, παραμένει κομματικά ανένταχτος και αυτοπροσδιορίζεται πολιτικά ως αναρχοδεξιός.