Η νίκη του πόνου και της αγάπης
Σχεδόν εκατό χρόνια μετά τη συγγραφή του, εκδίδεται για πρώτη φορά ένα άγνωστο μυθιστόρημα του Ψυχάρη από το αυτόγραφο του δημιουργού του στη Μπενάκειο Βιβλιοθήκη. Η συγγραφή του έργου ολοκληρώθηκε το 1914, όταν ο Ψυχάρης έκλεινε την έκτη δεκαετία της ζωής του και τον χώριζαν πλέον αρκετά χρόνια από την ορμητική και θριαμβική είσοδό του στο ελληνικό λογοτεχνικό προσκήνιο. Ωστόσο, το μυθιστόρημα αποπνέει ορμή και τόλμη νεανική, με το προκλητικό ερωτικό θέμα του και την ηδονοβλεπτική αφηγηματική προοπτική του. Καμία όμως από αυτές τις επιλογές δεν μπορεί να θεωρηθεί έκπληξη από έναν συγγραφέα που, όπως δήλωνε ο ίδιος, ερωτεύτηκε σαράντα έξι φορές, από τις οποίες εφτά θανάσιμα.
Με φόντο δύο κοσμοπολίτικα αστικά κέντρα, δύο διαφορετικά κοινωνικά, γλωσσικά και πολιτισμικά πεδία, την Κωνσταντινούπολη και το Παρίσι, και μέσα από δύο αδέρφια με ανόμοια νοοτροπία και ψυχοσύνθεση, ο συγγραφέας διερευνά την ερωτική συμπεριφορά ως μέρος της διαφορετικής ταυτότητας του Δυτικοευρωπαίου και του Ανατολίτη και συνδέεται με την ευρωπαϊκή παράδοση της λογοτεχνικής διττότητας και του ψυχολογικού μυθιστορήματος. Το αποτέλεσμα λειτουργεί ως καθρέφτης και της διττής υπόστασης του ίδιου του Ψυχάρη ως συγγραφέα με δύο πατρίδες, τη Γαλλία και την Ελλάδα, οι οποίες συνοψίζουν τις αντιμαχόμενες όψεις του εαυτού του. Γραμμένο με το προσωπικό ύφος για το οποίο τόσες φορές κατακρίθηκε ο Ψυχάρης, το έργο παρουσιάζεται ως μια μορφή αυτοβιογραφίας, ένα είδος ψευδο-ημερολογίου ή σημειωματάριου σκέψεων.
Στις σελίδες του μυθιστορήματος επανέρχονται μοτίβα γνώριμα και από άλλα ψυχαρικά έργα: η ναρκισσιστική θεματοποίηση της ζωής του συγγραφέα του, η ερωτική επιθυμία και ζήλια, η συχνά βίαιη απόπειρα ερωτικής κατάκτησης, η αναζήτηση της μέγιστης σεξουαλικής ηδονής, η σεξουαλικότητα ως μέσο επιβεβαίωσης της ανδρικής και γυναικείας ταυτότητας. Αλλά ο κεντρικός προβληματισμός του μυθιστορήματος περικλείεται πρωτίστως στα τρία ουσιαστικά του τίτλου: τόσο ο πόνος της πραγματικής αγάπης όσο και η ολοκλήρωση μέσα από την αγάπη μπορούν να οδηγήσουν τον άνθρωπο σε νίκητου εαυτού του και να τον μεταμορφώσουν.
Η εισαγωγή της Γεωργίας Πατερίδου διερευνά τους λόγους για τους οποίους το μυθιστόρημα έμεινε αδημοσίευτο, αναδεικνύει το παρακείμενό του και θέτει με νέους, διευρυμένους όρους ερωτήματα σχετικά με τη λογοτεχνική υπόσταση του συγγραφέα του, το ειδολογικό στίγμα της πεζογραφίας του και τις διακειμενικές του σχέσεις με την ευρωπαϊκή λογοτεχνία.
Τίτλος βιβλίου: | Η νίκη του πόνου και της αγάπης |
---|
Εκδότης: | Ινστιτούτο Νεοελληνικών Σπουδών. Ίδρυμα Μανόλη Τριανταφυλλίδη |
---|
Συντελεστές βιβλίου: | Ψυχάρης, Γιάννης Ν., 1854-1929 (Συγγραφέας) Πατερίδου, Γεωργία (Επιμελητής)
|
ISBN: | 9789602311356 | Εξώφυλλο βιβλίου: | Μαλακό |
---|
Στοιχεία έκδοσης: | Δεκέμβριος 2009 | Διαστάσεις: | 24x15 |
---|
Σημείωση: | Εισαγωγή: Γεωργία Πατερίδου. |
---|
Κατηγορίες: | Λογοτεχνία > Ελληνική Λογοτεχνία > Κλασική Ελληνική Λογοτεχνία |

Μίσσιος, Χρόνης, 1930-2012
Ο Χρόνης Μίσσιος γεννήθηκε στην Καβάλα το 1930, από γονείς καπνεργάτες, και έζησε τα πρώτα παιδικά του χρόνια στα Ποταμούδια, μια γειτονιά γεμάτη πρόσφυγες, καπνεργάτες από τη Θάσο και παράνομους κομμουνιστές κυνηγημένους από τη δικτατορία του Μεταξά. Αυτή την περίοδο, η οικογένειά του καταφεύγει στη Θεσσαλονίκη και ο Μίσσιος δουλεύει μικροπωλητής, με κασελάκι, στο λιμάνι. Το σχολείο το σταμάτησε στη δεύτερη τάξη του δημοτικού. Από τα Γιαννιτσά, όπου τον στέλνει ο Ερυθρός Σταυρός μαζί με άλλα παιδιά για να γλιτώσουν από την πείνα της Κατοχής, περνάει στους αντάρτες. Με την απελευθέρωση επιστρέφει στη Θεσσαλονίκη και οργανώνεται στον Δημοκρατικό Στρατό Πόλεων. Το 1947 συλλαμβάνεται, βασανίζεται και καταδικάζεται σε θάνατο. Έζησε εννιά μήνες περιμένοντας κάθε πρωί να τον εκτελέσουν και γλίτωσε τον θάνατο χάρη σ'ένα τυχαίο γεγονός. Έκτοτε, μέχρι και τον Αύγουστο του 1973 (αμνηστία του Παπαδόπουλου) περνάει το μεγαλύτερο μέρος της ζωής του σε φυλακές και εξορίες, ως πολιτικός κρατούμενος (Μακρονήσι, Άι- Στράτης, Αβέρωφ, Κέρκυρα, Κορυδαλλός, κ.ά.) Εκεί μαθαίνει ανάγνωση και γραφή. Ένα "διάλειμμα" ελευθερίας, μεταξύ 1962 και 1967, τον βρίσκει στέλεχος της νεολαίας της ΕΔΑ, μέλος της πενταμελούς γραμματείας της Δ.Ν. Λαμπράκη και, στη συνέχεια, ιδρυτικό μέλος του ΠΑΜ. Το πρώτο του βιβλίο "Καλά, εσύ σκοτώθηκες νωρίς... " (Γράμματα, 1985) τον καθιέρωσε από τους πρώτους μήνες της κυκλοφορίας του ως συγγραφέα στη συνείδηση κριτικής και κοινού. Την ίδια ανταπόκριση βρήκε και το δεύτερο βιβλίο του "Χαμογέλα ρε, τι σου ζητάνε;" (Γράμματα, 1988). "Κοσμοκαλόγερος", σαν τους ήρωες ορισμένων από τα βιβλία του. Έφυγε από τη ζωή στα 82 του χρόνια. Άφησε την τελευταία του πνοή σε ιδιωτικό νοσηλευτήριο της Αθήνας, στις 20 Νοεμβρίου 2012, ενώ "πάλεψε" με τον καρκίνο αρκετά χρόνια.