Εκείνη
Στεκόταν μπροστά σε ένα έκθεμα που τη μαγνήτισε ασκώντας πάνω της μια ακατανίκητη έλξη. Η ψυχή αναζωογονημένη από το φίλημα του Έρωτα του Antonio Canova. Της μίλησε. Δεν τον άκουσε καθώς ήταν απορροφημένη να κοιτά τα γαλακτερά χέρια της ψυχής που αγκάλιαζαν το κεφάλι του έρωτα. Ο έρωτα είχε σκύψει πάνω από την ψυχή ως ο απόλυτος κατακτητής, ο υπέρτατος κυρίαρχος της ύπαρξής της. Με το ένα χέρι ακουμπούσε τον αυχένα της, με το άλλο το στήθος της. Και αυτή παραδομένη ολότελα στο αφοπλιστικό του αγκάλιασμα τον κοιτούσε αχνογελώντας.
Εκείνη δε σάλευε. Το βλέμμα του έρωτα προς την ψυχή, το τόσο βαθύ και εταστικό, της κάρφωνε τα πόδια στο έδαφος, την καθήλωνε. Και καθώς εκείνος έγειρε να την αγγίζει, άπλωσε τα χέρια προς τα πίσω και τον αγκάλιασε όπως ακριβώς και η ψυχή τον πορθητή της, με την ίδια μέθη και διάθεση υποταγής. Ήταν ο έρωτάς της!
Κομνηνή, Άννα
Η Άννα Κομνηνή ήταν το πρώτο παιδί του αυτοκράτορος Αλεξίου Α΄ και, από τρυφεροτάτη ηλικία, βρισκόταν σε καθημερινή επαφή με τις ηγετικές μορφές της αυτοκρατορίας. Εξαιτίας της κοινωνικής της θέσης και του δικού της ενδιαφέροντος, κατέκτησε τόση φιλολογική και φιλοσοφική παιδεία όσο λίγες γυναίκες κατά τον Μεσαίωνα. Σε παιδική ηλικία την αρραβώνιασαν με τον Κωνσταντίνο Δούκα, νόμιμο διάδοχο του θρόνου, και, όπως είναι πολύ φυσικό, πικράθηκε πολύ όταν διαλύθηκε ο αρραβώνας κι έγινε διάδοχος ο αδελφός της Ιωάννης. Όταν, το 1118, πέθανε ο Αλέξιος Α΄, η Άννα και η μητέρα της έκαμαν το παν για να εμποδίσουν τον Ιωάννη να τον διαδεχθεί και λίγο αργότερα, φαίνεται πως η Άννα ενεπλάκη σε μια απόπειρα δολοφονίας του αδελφού της. Το αποτέλεσμα ήταν να της επιβληθεί μια αναπαυτική εξορία σ' ένα μοναστήρι.
Νικημένη στον αγώνα της για την εξουσία, η Άννα στράφηκε στη μελέτη και οργάνωσε μια ομάδα φιλοσόφων που προωθούσε την αναγέννηση των αριστοτελικών σπουδών. Μετά τον θάνατο του συζύγου της Νικηφόρου Βρυεννίου, συνέχισε την Ιστορία που εκείνος είχε αρχίσει κι έτσι γεννήθηκε η "Αλεξιάς", η ιστορία της βασιλείας του πατέρα της.