Τι θα’ λεγες να σε στείλω στον παράδεισο;
Αγωνίστηκα να γράψω ένα σημαντικό βιβλίο. Το έγραψα με έναν τρόπο «ζωής και θανάτου». Ήλπιζα να γίνει τόσο καλό, ώστε να μπορέσει να συγκριθεί με το Πόλεμος και Ειρήνη, το αγαπημένο μου μυθιστόρημα.
Δεν αληθεύει ότι, για να πετύχεις τον επιθυμητό στόχο, πρέπει να στοχεύεις λίγο πιο πάνω;
Οι αναγνώστες του μυθιστορήματός μου Τι θα’λεγες να σε στείλω στον Παράδεισο; πιθανόν θα ανήκουν σε αυτές τις δύο κατηγορίες:
1. Αυτοί που θα το περιφρονήσουν και θα υποστηρίξουν ότι χρησιμεύει μόνο για να συνθλίβουν με αυτό τις κατσαρίδες.
2. Και οι άλλοι, εκείνοι που θα το λατρέψουν. Αυτοί θα καλέσουν στους κήπους τους και αγγέλους και δαίμονες και ανθρώπους. Θα τιμήσουν την πρόσκληση μόνο οι άγγελοι και οι άνθρωποι. Στα δένδρα θα υπάρχουν αιώρες. Θα ξαναδιαβαστούν τα πιο συζητήσιμα αποσπάσματα αυτού του μυθιστορήματος.
Και ενώ οι αναγνώστες επιστρέφουν σπίτι τους, θα ανακαλύψουν -επ!- ότι επιστρέφουν με τις καρδιές και τα μυαλά τους ευωδιαστά.
Ντανιέλ Μπανουλέσκου
Τίτλος βιβλίου: | Τι θα’ λεγες να σε στείλω στον παράδεισο; |
---|
Εκδότης: | Εκδόσεις Βακχικόν |
---|
Συντελεστές βιβλίου: | Bănulescu Daniel (Συγγραφέας) Μπράτσου, Άντζελα (Μεταφραστής) Κωτσοπούλου Λουμινίτσα (Μεταφραστής)
|
ISBN: | 9789606382970 | Εξώφυλλο βιβλίου: | Μαλακό |
---|
Στοιχεία έκδοσης: | Νοέμβριος 2021 | Διαστάσεις: | 21x14 |
---|
Κατηγορίες: | Λογοτεχνία > Μεταφρασμένη λογοτεχνία |

Balzac, Honoré de, 1799-1850
Ένας από τους θεμελιωτές του ρεαλιστικού μυθιστορήματος, γεννήθηκε το 1799 στην πόλη Τουρ της Γαλλίας. Σπουδάζει νομικά, ύστερα από παρότρυνση της οικογένειάς του, και φιλοσοφία. Το 1819, αρνείται να ακολουθήσει το επάγγελμα του συμβολαιογράφου, για να αφιερωθεί στη συγγραφή φιλοσοφικών δοκιμίων, μυθιστορημάτων και τραγωδιών. Σε όλα του πληθωρικός, τον χαρακτήριζε η ακατάβλητη εργατικότητα, το ακατάβλητο σθένος, όλα καθ' υπερβολή: το ίδιο ισχύει για την ερωτική ζωή του, τις καταχρήσεις, τις σπατάλες και τη μεγαλομανία του. Ζει πνιγμένος στα χρέη και δουλεύει όλο και περισσότερο και καταπιάνεται με όλο και περισσότερα για ν' απαλλαγεί απ' αυτά. Το 1822 γίνεται εραστής της κατά 20 χρόνια μεγαλύτερής του κυρία Ντε Μπερνύ. Εκείνη πρωτοδιαβάζει και καθαρογράφει τα έργα του. Θα πληρώσει κάθε εμπορικό του ναυάγιο: τυπογραφείο, βιβλιοπωλείο, έκδοση εφημερίδας, φυτείες ανανά, μετοχές σε σιδηροδρόμους. Συνάπτει παράλληλες ερωτικές σχέσεις, και το 1832 λαμβάνει το πρώτο γράμμα της "ξένης", της Εβελίνα Χάνσκα, κι αρχίζει φλογερή αλληλογραφία. Θα παντρευτούν το 1850, λίγους μήνες πριν από το θάνατό του. Χρειάστηκαν αρκετά χρόνια προσπάθειας, γράφοντας μυθιστορήματα της σειράς, για τις δημοφιλείς τότε επιφυλλίδες, χωρίς να υπογράφει καν, ωσότου αγγίξει την επιτυχία. Το 1833 συλλαμβάνει την ιδέα για το γιγαντιαίο εγχείρημά του την "Ανθρώπινη κωμωδία", όπου, ο Μπαλζάκ μιλάει για την "τεράστια έκταση ενός σχεδίου που αγκαλιάζει ταυτόχρονα την ιστορία και την κριτική της κοινωνίας, την ανάλυση των δεινών της και τη διερεύνηση των αρχών της", και συμπεριλαμβάνει μεγάλο μέρος του έργου, μεταξύ άλλων: "Η εξαδέλφη Μπέτυ", "Μπαρμπα-Γκοριό", "Ευγενία Γκραντέ", "Ο συνταγματάρχης Σαμπέρ", "Ο εξάδελφος Πονς". Πεθαίνει το 1850 στο Παρίσι σε ηλικία μόλις 51 ετών.