Προγραμματισμός και έλεγχος παραγωγής
Η ολοκληρωμένη με υπολογιστή παραγωγή (Computer Integrated Manufavturing - CIM) αποτελεί την πιο σύγχρονη προσέγγιση στην προσπάθεια βελτιστοποίησης της βιομηχανικής παραγωγής. Στοχεύει στην ολοκληρωμένη εφαρμογή της τεχνολογίας της πληροφορικής σε όλα τα επίπεδα μιας επιχείρησης: από τη διοίκηση μέχρι τις μεθόδους παραγωγής. Η ευρύτερα διαδεδομένη μεθοδολογία μέχρι και σήμερα είναι ο Προγραμματισμός Βιομηχανικών Πόρων (Manufacturing Resources Planning - MRP II), η οποία ξεκίνησε από την αμερικανική αγορά πριν από σαράντα περίπου χρόνια, εμπλουτίστηκε στην πορεία με νέες τεχνικές και αποτέλεσε το βασικό πρότυπο διαχείρισης της παραγωγής μέχρι τη δεκαετία του '80. Έκτοτε, οι ιδέες του προγραμματισμού βιομηχανικών πόρων μετεξελίχθηκαν και, σε συνδυασμό με τις νέες μορφές οργάνωσης της παραγωγής (π.χ. αυτοματοποίηση) οδήγησαν σε καινούργιες, πιο ριζοσπαστικές θεωρίες, όπως η Just In Time (JIT), η Optimized Production Technology (OPT) κ.ά. Επίσης, η Τεχνητή Νοημοσύνη (Artificial Intelligence - Al), ένα σχετικά νέο επιστημονικό πεδίο, και ιδιαίτερα η προσέγγιση των Βασισμένων στη Γνώση Συστημάτων (Knowledge-Based Systems - KBSs), έχει να επιδείξει συνεισφορές σε διάφορους τομείς της αυτοματοποιημένης διαχείρισης της παραγωγής, με αποτέλεσμα τη δημιουργία "ευφυών" επεκτάσεων του μοντέλου του προγραμματισμού βιομηχανικών πόρων. Το βιβλίο αυτό καλύπτει, χωρίς σε καμία περίπτωση να εξαντλεί, τον τομέα της διαχείρισης της παραγωγής, και συγκεκριμένα τον αποδοτικό προγραμματισμό και έλεγχο με τη βοήθεια του υπολογιστή.

Arnheim, Rudolf
Ο Ρούντολφ Αρνχάιμ (1904-2007) γεννήθηκε στο Βερολίνο από γονείς εβραϊκής καταγωγής. Σπούδασε στο Πανεπιστήμιο του Βερολίνου, όπου μαθήτευσε κοντά στους ψυχολόγους της "θεωρίας της μορφής" ("Gestalt theory"), Max Wertheimer, Wolfgang Kohler και Kurt Lewin, και υποστήριξε τη διδακτορική του διατριβή, το 1928, πάνω στην ψυχολογία της οπτικής έκφρασης. Εργάστηκε για το περιοδικό "Die Weltbuhne" στο Βερολίνο, καλύπτοντας θέματα τέχνης, αρχιτεκτονικής (όπως του Μπαουχάους) και κινηματογράφου. Η ενασχόλησή του με τον κινηματογράφο οδήγησε στην κυκλοφορία του βιβλίου "Film als Kunst" ("Το φιλμ ως τέχνη"), το 1932, το οποίο αποσύρθηκε όμως από τους Ναζί, λόγω της εβραϊκής καταγωγής του συγγραφέα. Το 1933 εγκατέλειψε οριστικά τη Γερμανία για τη Ρώμη, όπου εργάσθηκε για το Διεθνές Ινστιτούτο Εκπαιδευτικού Κινηματογράφου της Κοινωνίας των Εθνών ως το 1938, όταν η Ιταλία αποχώρησε από την Κοινωνία των Εθνών. Στη συνέχεια κατέφυγε στην Αγγλία, όπου εργάστηκε για ένα διάστημα ως διερμηνέας στη Βρετανική Ραδιοφωνία του BBC, και το φθινόπωρο του 1940 μετανάστευσε στις ΗΠΑ.
Εκεί προσλήφθηκε αρχικά ως καθηγητής στο Τμήμα Ψυχολογίας της Νέας Σχολής Κοινωνικών Ερευνών (New School for Social Research) της Νέας Υόρκης, με τη βοήθεια ψυχολόγων της "Gestalt theory" όπως ο Max Wertheimer, που επίσης είχαν καταφύγει στις ΗΠΑ, και εργάστηκε για λίγο ως ερευνητής στο Γραφείο Ραδιοφωνικών Ερευνών του Πανεπιστημίου Columbia, με μια υποτροφία του Ιδρύματος Ροκφέλερ. Στη συνεχεία έλαβε μια υποτροφία του Ιδρύματος Guggenheim, για την πραγματοποίηση έρευνας πάνω σε θέματα ψυχολογίας της αντίληψης σε συνάρτηση με τις τέχνες, και προσλήφθηκε ως καθηγητής στο μικρό Κολέγιο Sarah Lawrence της Νέας Υόρκης (1943), όπου παρέμεινε διδάσκοντας επί 26 χρόνια και όπου συνέγραψε το γνωστότερο έργο του, "Art and Visual Perception: A Psychology of the Creative Eye" (1954). Ο Αρνχάιμ δίδαξε επίσης, μεταξύ άλλων, στο Πανεπιστήμιο Ochanomizu του Τόκιο, στο Πανεπιστήμιο Columbia, στο Τμήμα Οπτικών και Περιβαλλοντικών Μελετών του Πανεπιστημίου Harvard, όπου ανακηρύχθηκε Ομότιμος Καθηγητής, και στο Πανεπιστήμιο Michigan.
Εκτός της λαμπρής του ακαδημαϊκής σταδιοδρομίας κατέλαβε σημαντικές θέσεις ως Πρόεδρος στην Αμερικανική Εταιρεία Αισθητικής, Πρόεδρος στο Τμήμα Ψυχολογίας και Τέχνης στην Αμερικανική Ψυχολογική Εταιρεία, Μέλος της Αμερικανικής Ακαδημίας Τεχνών και Επιστημών, υπότροφος της Αμερικανικής Ακαδημίας στη Ρώμη, υπότροφος του Ιδρύματος John S. Guggenheim και Μέλος του Γραφείου Εκπαίδευσης των ΗΠΑ.
Έλαβε πολλά βραβεία, διακρίσεις και τιμητικούς τίτλους, όπως το Βραβείο Διακεκριμένης Υπηρεσίας της Εθνικής Εταιρείας Καλλιτεχνικής Εκπαίδευσης ΗΠΑ, το Βραβείο Γερμανικού Κινηματογράφου, το Παράσημο Μεγάλου Σταυρού της Δημοκρατίας της Γερμανίας, το Βραβείο Helmut Kautner του Κινηματογραφικού Μουσείου του Dusseldorf και ανακηρύχθηκε επίτιμος διδάκτωρ σε δύο Πανεπιστήμια στην Ιταλία, στη Γερμανία και στις ΗΠΑ, ενώ το 2000 δημιουργήθηκαν δύο Έδρες "Rudolf Arnheim", μια στο Πανεπιστήμιο Humboldt του Βερολίνου και μια στο Πανεπιστήμιο του Michigan. Πέθανε στις 9 Ιουνίου 2007.
Υπήρξε πολυγραφότατος και πέραν των επιστημονικών άρθρων και εργασιών του, που φυλάσσονται σε αρχεία βιβλιοθηκών στη Γερμανία και στις ΗΠΑ, έγραψε τα βιβλία "Art and Visual Perception: A Psychology of the Creative Eye", "Film as Art", "The Genesis of a Painting", "Toward a Psychology of Art", "Visual Thinking", "Radio: An Art of Sound", "The Dynamics of Architectural Form", "The Power of the Center", "New Essays on the Psychology of Art", "Entropy and Art", "Parables of Sun Light", "To the Rescue of Art", "The Split and the Structure", "Film Essays and Criticism", πολλά από τα οποία διδάσκονται σε πανεπιστημιακές σχολές καλών τεχνών, αρχιτεκτονικής, ψυχολογίας, ιστορίας της τέχνης κλπ.