Συν-ηχήσεις με τον Δημήτρη Πικιώνη
Ο Πικιώνης κατά καιρούς επιστρέφει, πιο πολύ με τον λόγο του, στη συνέχεια με τα σκίτσα του, τέλος με τις κατά καιρούς φωτογραφίσεις των διαδρομών προς την Ακρόπολη [...] επειδή η αναζήτηση αυθεντικών φωνών, εξαίρετων σχεδίων και συγκροτημένων χώρων αποτελεί ζητούμενο όχι μόνο εντός, αλλά και εκτός των συνόρων μας.
Στον Δημήτρη Πικιώνη, μπορούμε να πούμε πως το μοντέρνο λειτούργησε ως τρόπος σκέψης και γραφής, ως μονόδρομος ικανός, που οργανώνει τις σχέσεις μας με τον κόσμο. Η παράδοση εμφανίζεται ως προσωπική, επίπονη επεξεργασία των γνωστών και αιώνιων δεδομένων που αναζητούν τον χώρο τους σε’ ένα κόσμο μετάβασης, όταν εμφανώς πολλά έχουν χαθεί, ειδικά μετά τον Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο.
Μέσα από αυτή τη δυαδικότητα ο Πικιώνης ισορροπεί τον εαυτό του στον σύγχρονο κόσμο, σε μια αργή προσέγγιση των θεμάτων, όπου άλλοτε το μοντέρνο λειτουργεί ως κάναβος αναφοράς επί του οποίου τοποθετού νται τα αποσπάσματα της μνήμης και άλλοτε το ορθολογικό στοιχείο που ενυπάρχει στην παράδοση ως ρυθμός μελετάται, εντοπίζεται και μεταγράφεται. [...] Πρόκειται για τους τρόπους του χειρόνακτα. Το αρχιτεκτονικό έργο μελετάται και σχεδιάζεται σαν να έχει ήδη υπάρξει, καταπονηθεί, εξιστορηθεί. Η φάση του σχεδιασμού φαίνεται να προσλαμβάνει όλους τους χρόνους ζωής, ως αναπαράσταση μιας επιτάχυνσης των ρυθμών, προκειμένου να οριστεί ο τρόπος συνύπαρξης με τα γύρω, και αλληλεπίδρασης με τους ανθρώπους και τον καιρό. Μέσω μιας τέτοιας δυναμικής, ο Πικιώνης επαναφέρει σε δική του ενότητα την ελληνική κληρονομιά των τεχνών για να διαμορφώσει έναν προσωπικό διάλογο με τον κόσμο.
Σε ένα τέτοιο πλαίσιο, όπου η προσωπική ματιά μεταφράζεται σε γραφή και πέτρα, δύσκολα μπορούμε να μιλήσουμε περί κληρονομιάς, συνέχειας, ή περί επιγόνων. Προτιμήσαμε τις συν-ηχήσεις, στιγμές κατά τις οποίες μεμονωμένα οι Έλληνες αρχιτέκτονες, κατά τη διάρκεια της ζωής του δασκάλου, αλλά και μέχρι σήμερα, αντιμετώπισαν τη διαδικασία του σχεδιασμού και της κατασκευής με τρόπους παρόμοιους με τον Πικιώνη.
Τίτλος βιβλίου: | Συν-ηχήσεις με τον Δημήτρη Πικιώνη |
---|
Εκδότης: | Πλέθρον |
---|
Συντελεστές βιβλίου: | Συλλογικό έργο (Συγγραφέας) Ferlenga, Alberto (Συγγραφέας) Κοτιώνης, Ζήσης (Συγγραφέας) Κωτσάκη, Αμαλία (Συγγραφέας) Μουτσόπουλος, Θανάσης (Συγγραφέας) Τσακόπουλος, Παναγιώτης (Συγγραφέας) Φιλιππίδης Δημήτρης (Συγγραφέας) Σκουτέλης, Νίκος, αρχιτέκτων μηχανικός (Επιμελητής)
|
ISBN: | 9789603483113 | Εξώφυλλο βιβλίου: | Μαλακό |
---|
Σειρά εκδότη: | Αρχιτεκτονική | Σελίδες: | 128 |
---|
Στοιχεία έκδοσης: | Ιανουάριος 2018 | | |
---|
Σημείωση: | Εισαγωγή: Νίκος Σκουτέλης. |
---|
Κατηγορίες: | Επιστήμες > Θετικές > Αρχιτεκτονικη, Τοπογραφία, Χαρτογραφία |

Flaubert, Gustave, 1821-1880
Ο Γκυστάβ Φλομπέρ, γιος του χειρουργού Ασίλ Φλομπέρ και της Ζυστίν Φλεριό, γεννήθηκε στις 12 Δεκεμβρίου του 1821 στη Ρουέν της Νορμανδίας. Η κλίση του προς την λογοτεχνία ήταν έντονη και από τα δεκατέσσερά του χρόνια άρχισε να γράφει αφηγήματα. Η οικογένειά του τον προόριζε για νομικές σπουδές στο Παρίσι, ωστόσο η αποτυχία στις εξετάσεις, οι συχνές κρίσεις επιληψίας και προπάντων η βαθιά του επιθυμία να αφοσιωθεί στη λογοτεχνία, δεν του επέτρεψαν να τις ολοκληρώσει. Έζησε ως επί το πλείστον μακριά από το θόρυβο της πρωτεύουσας, στο Κρουασέ, κοντά στη μητέρα και στην αγαπημένη ανιψιά του, με μικρά διαλείμματα στην ασκητική ζωή που είχε επιλέξει τις τακτικές επισκέψεις στο Παρίσι, για να βλέπει τους φίλους του: τον Γκοτιέ, τον Τουργκιένιεφ, τον Ρενάν, τον Ζολά, τη Γεωργία Σάνδη, τη Λουίζ Κολέ, μεταξύ άλλων, με τους οποίους διατήρησε πολύχρονη αλληλογραφία. Έκανε επίσης ευάριθμα ταξίδια: από το 1849 έως το 1851, μαζί με τον φίλο του Μαξίμ ντυ Καν ταξίδεψαν στη Μέση Ανατολή, ενώ γνωστό είναι και το πέρασμά του από την Ελλάδα. Επιστρέφοντας άρχισε να γράφει τη "Μαντάμ Μποβαρύ", την οποία θα ολοκληρώσει και θα εκδώσει έξι χρόνια αργότερα, το 1857. Μακρόχρονη και κοπιώδης ήταν και η συγγραφή όλων των άλλων έργων του, "Μαντάμ Μποβαρύ", "Πειρασμός του Αγίου Αντωνίου", "Αισθηματική αγωγή", "Απλή καρδιά", "Μπουβάρ και Πεκυσέ" κ.ά. Γενναιόδωρος με τους ομοτέχνούς του, αφοσιωμένος στους ανθρώπους που αγάπησε, θυσίασε τη μικρή περιουσία του για να στηρίξει τους συγγενείς του και πέθανε φτωχός το 1880. Εκτός από την περιπετειώδη σχέση του με τη Λουίζ Κολέ, και κάποιες τρυφερές φιλίες, ο Φλομπέρ φύλαξε πιστά τον ανεκπλήρωτο έρωτα των δεκαέξι χρόνων του για την κυρία Σλεζενζέ, που τον απαθανάτισε στην "Αισθηματική αγωγή".